
Η αρχαία τραγωδία του Σοφοκλή <<Αντιγόνη>> που παρουσιάστηκε πιθανότατα στα Μεγάλα Διονύσια του 442π.Χ παρουσιάζεται φέτος στην ποντιακή διάλεκτο από τους συγγραφείς Θεόδωρο Κωνσταντινίδη και Στάθη Κωνσταντινίδη."Δύο, κατά κύριο λόγο, γυναίκες της ελληνικής μυθολογίας με συγκινούν ήδη από τα μαθητικά γυμνασιακά μου χρόνια: η Μήδεια και η Αντιγόνη.Η πρώτη, επειδή μου θύμιζε την τραγική μοίρα του προδομένου από εχθρούς και φίλους ποντιακού ελληνισμού, και η δεύτερη, επειδή το οικογενειακό της δράμα και η θεϊκή κατάρα που βάραινε τον προγονικό και πατρικό της οίκο εύρισκαν ανάλογη, περίπου, εφαρμογή σε αναρίθμητες οικογένειες του ξεριζωμένου ελληνισμού της ποντιακής γενοκτονίας: <<Θεού κατάρας και βοήν...>>.Έτσι πήρα την απόφαση , κάποια στιγμή, να μεταφράσω στην ποντιακή διάλεκτο τις δύο τραγωδίες.''Αυτά γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου ΄΄Η ΑΝΤΙΓΌΝΗ΄΄ του Σοφοκλή στην ΠΟΝΤΙΑΚΉ ΔΙΑΛΕΚΤΟ''.
Το βιβλίο αυτό καθιστά φανερό το γεγονός ότι η ποντιακή διάλεκτος είναι κοντύτερα από άλλες νεοελληνικές διαλέκτους στην ελληνιστική κοινή, ενώ η παρουσία σε αυτήν στοιχείων της ιωνικής διαλέκτου την κάνει να ακούγεται πολύ κοντά στη γλώσσα της Αντιγόνης.
Κυρίως όμως, μεγαλύτερη είναι η συναισθηματική αξία της μετάφρασης αυτής για όλους εκείνους που ξεριζώθηκαν από τις πατρίδες των πατεράδων τους.Αν, μάλιστα, λάβουμε υπόψη το γεγονός ο,τι η Αντιγόνη με βάση τα αρχεία των εφημερίδων είχε παιχτεί πολλές φορές, για να αυξηθούν οι πόροι των σχολείων σε διάφορες περιοχές του Πόντου και της Ρωσίας, η συναισθηματική αξία του εγχειρήματος καθίσταται σαφής.Μέσα από το κείμενο ζωντανεύουν οι μνήμες των παλαιών και οι προσδοκίες ημών των νεοτέρων.
Η έκδοση αυτή όχι μόνο αποδεικνύει το γεγονός ο,τι τα αρχαία ελληνικά δεν είναι μια νεκρή γλώσσα αλλά ότι ομιλείται ακόμη σε μια μορφή που έχει δεχθεί αρκετά ''χτυπήματα'' άλλων διαλέκτων, από τους Πόντιους ανά τον κόσμο, αλλά κυρίως εκφράζει τη συναισθηματική φόρτισή τους που δεν έχει σβήσει ακόμη και δεν θα σβήσει ποτέ σχετικά με τον απάνθρωπο ξεριζωμό τους.
Τσολερίδου Ιωάννα